Περιγραφή βιβλίου
Δύο αδέλφια, ένας μικρός και ένας λιγότερο μικρός, αποκτούν έναν καινούριο ξάδελφο από την αδελφή της μητέρας τους. Η μητέρα τους πρέπει να πάει στο μαιευτήριο και ο μπαμπάς τους στη δουλειά του. Και τα παιδιά –που δεν είναι τόσο μεγάλα για να τα αφήσουν μόνα τους στο σπίτι– ποιος θα τα προσέχει; Δεν υπάρχει κανένας διαθέσιμος. Στο μαιευτήριο δεν μπορούν να πάνε. Μήπως μπορεί ο μπαμπάς τους να τα πάρει μαζί του στη δουλειά; Ναι, ευτυχώς!
Ο μπαμπάς δουλεύει όμως –έτσι λέει τουλάχιστον– τα βράδια. Η δουλειά του είναι να λέει ψέματα μαζί μ’ ένα φίλο του και με άλλους δύο περίεργους τύπους περιμένοντας κάποιον. Και τα ψέματά τους τα ακούει όλος ο κόσμος – μα δεν ντρέπονται καθόλου; Αλλά δε φταίνε αυτοί. Φταίει εκείνος εκεί ο άλλος κύριος, ένας συγγραφέας, Σάμουελ Μπέκετ τον λένε, που τα έχει γράψει όλα αυτά τα ψέματα σε ένα βιβλίο και ο μπαμπάς τα έχει μάθει απέξω και τα κουβεντιάζει με τους άλλους τρεις σε ένα έρημο μέρος. Πώς γίνεται όμως και σ’ εκείνη την ερημιά έχει μαζευτεί όλος αυτός ο κόσμος για να τους ακούει; Τι δουλειά είναι αυτή που κάνει ο μπαμπάς τέλος πάντων;
Ο μικρός, όχι ότι δεν προσπαθεί το παιδί, αλλά δεν μπορεί να καταλάβει γιατί ο μπαμπάς του θα πρέπει να πηγαίνει κάθε βράδυ στο θέατρο για να παίζει με τους φίλους του και δεν κάθεται στο σπίτι να παίζουν μαζί… Ο μεγάλος προσπαθεί να του εξηγήσει ότι το να είσαι ηθοποιός είναι μια δουλειά όπως όλες οι άλλες.
Επειδή όμως το έργο είναι για μεγάλους και δε θα ήταν σωστό να καθίσουν μαζί με τους υπόλοιπους θεατές, τα παιδιά παρακολουθούν με αγωνία το Περιμένοντας τον Γκοντό από τα παρασκήνια και είναι σαν να παίζουν κι αυτά.
Όλοι μαζί περιμένουν τον κύριο Γκοντό, που αργεί απελπιστικά να έρθει να παίξει κι αυτός. Ευτυχώς που ο κύριος που είχε το θέατρο λέει να κάνουν ένα διάλειμμα για να φάνε κάτι τα παιδιά και να γνωρίσουν το σκηνοθέτη της παράστασης.
Στο δεύτερο μέρος δε γίνεται τίποτα καινούριο. Είναι σαν να ξαναβλέπουν το ίδιο έργο από την αρχή. Μόνο που είναι… αύριο! Τα παιδιά κάνουν κι αυτά πως παίζουν. Πουθενά όμως αυτό το παλιόπαιδο, ο Γκοντό. Ο μικρός αρχίζει να εκνευρίζεται, ο μεγάλος να αδημονεί. Κι κεί που κανένας δεν το περιμένει, το έργο τελειώνει. Αν είναι ποτέ δυνατόν! Και ο Γκοντό; Έστειλε ένα παιδί να πει στους ηθοποιούς ότι θα έρθει αύριο. Πότε αύριο;
Πάλι καλά που ο μπαμπάς, για να γιορτάσει τη γέννηση του ξαδέλφου των παιδιών, κάλεσε μετά την παράσταση όλους τους ηθοποιούς και το σκηνοθέτη σε μια πιτσαρία. Εκεί τα παιδιά μπορούν να κάνουν όσες ερωτήσεις θέλουν στους φίλους του μπαμπά τους, πριν πάνε στο μαιευτήριο. Όπως όλοι ξέρουμε, όμως, οι απαντήσεις των μεγάλων είναι λίγο… Μα ούτε εκείνοι τα είχαν καταλάβει καλά. Κι αυτοί παραξενεύτηκαν που ο κύριος Γκοντό τούς έστειλε μια τούρτα για να τους ζητήσει συγνώμη που δεν μπόρεσε να έρθει…
Η φωνή της Κω – :
Οι διάλογοι ανάμεσα στα κρυμμένα πίσω από τη σκηνή παιδιά είναι απολαυστικοί. Θέλεις, σαν αναγνώστης, να μη χάσεις ατάκα. Λεπτές ειρωνείες, απορίες, θυμωμένες και φανταστικά πλασμένες λέξεις (θεατροπιτσαρία, μπλιαχογογγύλια, μπεμπητήριο, χαζοκοντό) και φωναχτές σκέψεις από χείλη παιδικά που δεν κατανοούν την πραγματικότητα και τη λογική των μεγάλων. Άριστα δεμένοι οι διάλογοι του έργου με τις μύχιες σκέψεις των παιδιών ποτισμένες με την ανυπομονησία της άγουρης παιδικής ηλικίας και το επίμονο «εδώ και τώρα» του μικρού Οδυσσέα.
Δείτε ολόκληρη την κριτική του βιβλίου στην Φωνή της Κω.